Φωτογραφίζοντας εργάτες

Παρασκευή, 10 Ιαν 2020
Φωτογραφία: Lewis Hine, Breaker Boys, 1910

Συγκροτώντας το ”Άλλο”, οι εργάτες, οι φτωχοί, το λούμπεν – προλεταριάτο, οι εγκληματίες, συχνά διαχωρίζονταν με αρρωστημένο τρόπο στο μυαλό των μεσαίων τάξεων, παρά τις προσπάθειες ανθρώπων, όπως ο κοινωνικός παρατηρητής και συγγραφέας Henry Mayhew, να παρέχουν λεπτομερείς τυπολογίες των ”εργαζομένων φτωχών”. Η προσέγγιση του Mayhew στις έρευνές του – ένα μείγμα συνεντεύξεων, στατιστικών και περιγραφικών κειμένων – έμελλε να αποτελέσει έναν από τους κυρίαρχους  τρόπους έρευνας των εργαζομένων. Ούτε είναι τυχαίο ότι η μνημειακή αυτή μελέτη της ζωής του Λονδίνου εικονογραφήθηκε με χαρακτικά που βασίστηκαν σε φωτογραφίες (Mayhew  1861).

Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα κάποιοι σημαντικοί βρετανοί φωτογράφοι κατέγραψαν την ζωή των φτωχών στις μεγάλες πόλεις: ο John Thomson και ο Paul Martin στο Λονδίνο, και ο Thomas Annan στη Γλασκώβη είναι τρία παραδείγματα. Δουλεύοντας αρκετές δεκαετίες πριν από τον Jacob Riis, επηρεάστηκαν από τις μελέτες για τους φτωχούς που παρουσιάζονταν στη λογοτεχνία και πραγματοποιούνταν από φιλανθρώπους και κοινωνικούς ερευνητές. Ο John Thomson αναφέρεται άμεσα στο έργο του δημοσιογράφου James Greenwood, και στη μνημειακή μελέτη του Mayhew, London Labour and the London Poor. O Thomson αγωνιούσε να δείξει ότι η φωτογραφία αποτελούσε εγγυητή της αυθεντικότητας και ότι οι μελέτες του ξεπερνούσαν την περιστασιακή εικονογράφηση κάποιων ιδιοσυγκρασιακών τύπων.

Βεβαιώνει ότι ο ίδιος:

…εφαρμόζει την ακρίβεια της φωτογραφίας στην εικονογράφηση του θέματος μας. Η αδιαμφισβήτητη ακρίβεια αυτής της κατάθεσης θα μας επιτρέψει να παρουσιάσουμε τους αληθινούς τύπους των φτωχών του Λονδίνου και θα μας προστατέψει από το να κατηγορηθούμε είτε για υποτίμηση είτε για υπερβολή κάποιων μεμονωμένων ιδιαιτεροτήτων στην εμφάνιση (Thomson 1877: χωρίς σελιδαρίθμηση).

Πιθανόν ο Thomson να προσπάθησε να διαχωρίσει το έργο του από τις σκηνοθετημένες παραγωγές άλλων φωτογράφων. Στις δεκαετίες του 1860 και 1870 οι φτωχοί αντιμετωπίζονταν ως θέματα κατάλληλα για την τέχνη.  Σημαντικοί φωτογράφοι, όπως ο Oscar Gustav Reijlander, δημιούργησαν εικονογραφικές μελέτες των ρακένδυτων παιδιών που ζουν στους δρόμους, οι οποίες απέσπασαν μεγάλο θαυμασμό και, πράγματι, ο Δρ Barnardo τις χρησιμοποίησε για να δικαιολογήσει τις πρακτικές του.

Σ’ αυτό το υπερβολικό ενδιαφέρον για τους φτωχούς δεν αντιστοιχούσε ανάλογο ενδιαφέρον για την δημιουργία του κόσμου της εργασίας. Η φωτογραφία ανακαλύφθηκε σε μια δυναμική περίοδο της ανάπτυξης του καπιταλισμού, μια εποχή τεχνικών καινοτομιών και σημαντικών άθλων στον τομέα της εφαρμοσμένης μηχανικής. Λίγη από αυτή την ενέργεια αντιπροσωπεύεται στα φωτογραφικά αρχεία. Ούτε είναι ορατός ο μόχθος της εργασίας και ο στρατός των εργατών που την έφερναν εις πέρας. Όταν υπάρχουν λήψεις εργατών, αυτοί συνήθως βρίσκονται ακούσια σε μια γωνία του κάδρου, ή τοποθετούνται σκόπιμα για να δοθεί μια αίσθηση της κλίμακας  σε κάποιο σημαντικό οικοδόμημα.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την απουσία προσωπογραφιών εργατών, κυρίως το ότι οι φωτογράφοι συνήθως δεν ζούσαν στις περιοχές όπου εκτελούνταν βιομηχανικές εργασίες. Επιπλέον, οι αντιλήψεις για το τι είναι αυτό που δημιουργεί ένα καλό θέμα για μια φωτογραφία καθορίστηκαν από τις συμβάσεις, όπως επίσης και από παράγοντες όπως τα θέματα που έθεταν οι κριτικές επιτροπές των φωτογραφικών διαγωνισμών. Στη δεκαετία του 1890 πολλές λέσχες καθιέρωσαν τους ”χαρακτήρες του δρόμου” ή τις ”δουλειές της πόλης” ως θέματα σε διαγωνισμούς, αλλά θα ήταν εντελώς απίθανο να καθιερώσουν κατηγορίες βασισμένες στη βιομηχανική εργασία ή την εργασία από το σπίτι.

Οι φωτογράφοι επηρεάστηκαν ιδιαίτερα από τα συμβατικά θέματα και τους τρόπους αντιμετώπισης των φτωχών, και υπάρχουν μερικά παραδείγματα συνεχούς και προσεχτικής καταγραφής της εργατικής ζωής. Για παράδειγμα, ο Frank Meadow Sutcliffe κατέγραψε επιμελώς το χωριό Whitby, τόσο ως χωριό αλιείας όσο και ως θέρετρο διακοπών, κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης χρονικής περιόδου. Αυτό το έργο στηριζόταν στην εικονογραφική ποιότητα ενός μεγάλου μέρους των σχετικών εργασιών, αλλά προσέθετε και νέες ποιότητες, όπως την αμεσότητα και τη στενή παρατήρηση.

Αλλά τέτοιες λεπτομερείς, μακροχρόνιες μελέτες ήταν σπάνιες και περιορισμένες σε ένα ή δυο επαγγέλματα.  Άλλοι εργαζόμενοι πέρασαν χωρίς να τους δοθεί καμιά ιδιαίτερη σημασία. Από την απέραντη στρατιά των υπαλλήλων και των εργαζόμενων στο σπίτι υπάρχει μόλις και μετά βίας ένα ίχνος, και εκείνες οι φωτογραφίες που υπάρχουν δείχνουν συνήθως άνδρες εργάτες που συμμετέχουν σε βαριές, χειρωνακτικές εργασίες. Υπάρχουν λίγες εικόνες γυναικών που εκτελούν κάποιο είδος εργασίας και απουσιάζουν εντελώς από τις τάξεις των χειρωνακτικών εργατών. Πράγματι, αν δεν υπήρχε η περίεργη ιδεοληψία του Arthur Munby, οι γυναίκες που έκαναν χειρωνακτική εργασία θα είχαν εξαφανιστεί, αφήνοντας μόλις και μετά βίας ένα ίχνος (Hudson 1972).

Φυσικά, ορισμένοι φωτογράφοι ντοκουμέντου κατάφεραν να αναλάβουν συνεχείς μελέτες σχετικά με την ανθρώπινη εργασία, όπως ο Lewis Hine στις Ηνωμένες Πολιτείες με την αλλαγή του 19ου αιώνα. Ο Hine ήταν αφοσιωμένος και οξυδερκής φωτογράφος των εργατών και είχε αφιερώσει τις εικόνες του στις υπηρεσίες της κοινωνικής μεταρρύθμισης. Η δουλειά του εκτείνεται από την εποχή του Jacob Riis έως το πρόγραμμα Farm Security Administration της δεκαετίας του ’30. Ένας εξαιρετικός απολογισμός του έργου του Lewis Hine δίνεται στο Reading American Photographs του Alan Trachtenberg (1989).

 

Φωτογραφία: Lewis Hine, Breaker Boys, 1910